Η προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αποτελεί μια από τις κύριες προκλήσεις για τις παράκτιες Μεσογειακές χώρες, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε φαινόμενα ξηρασίας αλλά και πλημμυρών. Στις προσπάθειές μας για το μετριασμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, οι υγροτόποι αποτελούν σύμμαχους. Η καλή τους κατάσταση συνεπάγεται την προσφορά πολύ σημαντικών ωφελειών και υπηρεσιών για τη φύση και τον άνθρωπο. Επομένως, είναι απαραίτητο να αξιολογηθούν και να ποσοτικοποιηθούν τα οφέλη και οι υπηρεσίες τους και στη συνέχεια να επικοινωνηθούν στις αρμόδιες αρχές για να προωθηθεί η καλύτερη υιοθέτηση και εφαρμογή μέτρων διατήρησης και αποκατάστασης.
Το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας/Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων – Υγροτόπων (ΜΓΦΙ-ΕΚΒΥ) συμμετέχει από κοινού με την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, το Δήμο Ηράκλειας Σερρών και την Περιφερειακή Ενότητα Σερρών στο έργο INTERREG Euro-MED Wetland4change “Λύσεις βασισμένες στους υγροτόπους για την προσαρμογή, την πρόληψη κινδύνων, και το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής”, του οποίου στόχος είναι ο προσδιορισμός και η επαλήθευση δύο πολύ σημαντικών οικοσυστημικών υπηρεσιών των υγροτόπων, της δέσμευσης του άνθρακα και του μετριασμού των επιπτώσεων των πλημμυρικών φαινομένων. Η δέσμευση του άνθρακα είναι μία υπηρεσία που συνεισφέρει στο μετριασμό των επιπτώσεων των ατμοσφαιρικών αερίων της κλιματικής αλλαγής, καθώς οι υγρότοποι συμβάλλουν στην απορρόφησή τους από την ατμόσφαιρα, ενώ η ρύθμιση των πλημμυρικών φαινομένων είναι μια κρίσιμη υπηρεσία των υγροτόπων η οποία μπορεί να συμβάλλει στο μετριασμό των πλημμυρικών φαινομένων και την προστασία μας από αυτά σε μελλοντικές ακραίες βροχοπτώσεις.
Γι’ αυτό το σκοπό, το Wetland4Change επιδιώκει να αξιολογήσει και στη συνέχεια να επαληθεύσει λύσεις οι οποίες βασίζονται στη διατήρηση των υγροτόπων, σε 5 Μεσογειακές χώρες, με απώτερο στόχο την ενίσχυση της ικανότητας μας για διαχείριση των υγροτόπων και αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε τοπικό αλλά και διακρατικό επίπεδο. Στους βασικούς εταίρους του έργου συγκαταλέγονται το Τμήμα Οικολογίας και Αρχιτεκτονικής Τοπίου του Πανεπιστημίου Δασών στη Βουλγαρία, το Cavanilles Ινστιτούτο της Βιοποικιλότητας και Εξελικτικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Βαλένθια στην Ισπανία, το ίδρυμα Mediterranean Sea and Coast Foundation (MEDSEA) στην Ιταλία, το ερευνητικό ινστιτούτο Tour du Valat στη Γαλλία και το Ευρωπαϊκό Θεματικό Κέντρο για τη Χωρική Ανάλυση και Σύνθεση του Πανεπιστημίου της Μάλαγα (ETC-UMA) στην Ισπανία.
Το ΜΓΦΙ / ΕΚΒΥ θα διευθετήσει τρία επίπεδα πολιτικής μέσω των συνεργαζόμενων εταίρων του στο έργο: του Δήμου Ηράκλειας, της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών και της Διαχειριστικής Αρχής του Στρατηγικού Σχεδίου Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) 2023-2027 της Ελλάδας. Η λίμνη Κερκίνη, ένας από τους 10 Υγροτόπους Διεθνούς Σημασίας σύμφωνα με τη σύμβαση Ραμσάρ, και οι περίπου 80 μικρότεροι υγρότοποι της ευρύτερης λεκάνης απορροής του Στρυμόνα αποτελούν την περίπτωση μελέτης της ελληνικής συμμετοχής, για την οποία θα χαρτογραφηθεί και θα αξιολογηθεί ο ρόλος των υγροτοπικών οικοσυστημάτων στη δέσμευση του άνθρακα και στο μετριασμό των πλημμυρικών φαινομένων. Ειδικά για τη δέσμευση του άνθρακα, θα αξιολογηθούν οι πτυχές τεχνογνωσίας και διακυβέρνησης για την εφαρμογή της Καλής Γεωργικής και Περιβαλλοντικής Κατάστασης για την προστασία των υγροτόπων και τυρφώνων (ΚΓΠΚ 2), του νέου Στρατηγικού Σχεδίου της ΚΑΠ 2023-2027, σε στενή συνεργασία με τη Διαχειριστική Αρχή της. Βάσει των αποτελεσμάτων θα προταθεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο λύσεων και καλών πρακτικών οι οποίες να μπορούν να υιοθετηθούν από τις αρμόδιες αρχές για τη βέλτιστη προσαρμογή της περιοχής στην κλιματική αλλαγή, αξιοποιώντας τις σπουδαίες υπηρεσίες που παρέχουν τα υγροτοπικά οικοσυστήματα.
Η πρώτη συνάντηση του έργου πραγματοποιήθηκε το διήμερο 3 και 4 Απριλίου 2024 στην πόλη Σόφια (Βουλγαρία), στην οποία συμμετείχαν ερευνητές από το ΜΓΦΙ-ΕΚΒΥ και εκπρόσωποι από το Δήμο Ηράκλειας και την Περιφερειακή Ενότητα Σερρών, εκ μέρους της ελληνικής συμμετοχής. Οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν την περιοχή μελέτης καθώς και να συζητήσουν για τις μεθοδολογίες και τα δεδομένα που θα χρησιμοποιηθούν στις επόμενες φάσεις του έργου. Το παρόν έργο θα έχει διάρκεια τριών ετών με το σύνολο των αποτελεσμάτων του να αναμένονται το Σεπτέμβρη του 2026.